Τα υπέρ και τα κατά της εξωσωματικής γονιμοποίησης

Από το 1978 που η εξωσωματική γονιμοποίηση υιοθετήθηκε ως ο πιο εξελιγμένος τρόπος υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, χιλιάδες άνθρωποι έχουν καταφύγει σε αυτή τη μέθοδο. Από αυτούς τους ανθρώπους αρκετοί κατόρθωσαν τελικά να γίνουν γονείς μία ή και περισσότερες φορές. Σήμερα, 39 χρόνια μετά, η εξωσωματική γονιμοποίηση έχει εξελιχθεί ακόμα περισσότερο και σε συνδυασμό με το αρκετά χαμηλότερο κόστος που έχει πλέον είναι προσβάσιμη σχεδόν σε όλους όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα γονιμότητας. Αν ανήκετε σε αυτή την κατηγορία ανθρώπων και σκέφτεστε να προχωρήσετε τις προσπάθειες απόκτησης παιδιού με κάποια μορφή υποβοηθούμενης γονιμότητας καλό θα ήταν να έχετε στο μυαλό σας τα παρακάτω σχετικά με την εξωσωματική γονιμοποίηση.

Αρχικά η εξωσωματική γονιμοποίηση είναι η μόνη μέθοδος που μπορεί να βοηθήσει ζευγάρια να συλλάβουν υπερπηδώντας εμπόδια που άλλωτε φάνταζαν αδύνατο να προσπελαστούν. Ενδεικτικά αντιμετωπίζει με επιτυχία θέματα όπως:

-Φραγμένες ή κατεστραμμένες σάλπιγγες

-Γυναίκες σε προχωρημένη ηλικία

-Γυναίκες με χαμηλή παραγωγή ωαρίων

-Ανδρική υπογονιμότητα

-Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών

-Ανεξήγητη υπογονιμότητα

-Γέννηση παιδίων απαλλαγμένων από γενετικές νόσους

-Ενδομητρίωση

-Ακατάλληλα ωάρια (ειδικές θεραπείες ή χρήση δότριας ωαρίων)

Η εξωσωματική γονιμοποίηση στις μέρες μας αποτελεί μια ασφαλή ιατρική μέθοδο καθώς χρησιμοποιείται η μικρότερη δυνατή δοσολογία φαρμάκων. Σε αυτό έχει συντελέσει η δημιουργία ειδικών σκευασμάτων που απευθύνονται με μεγάλη αποτελεσματικότητα στους στόχους μιας εξωσωματικής. Θεωρείται πλέον αδιαμφισβήτητο ότι η εξωσωματική γονιμοποίηση υπερνικά στην αποτελεσματικότητα λιγότερο παρεμβατικές τεχνικές υποβοηθούμενης γονιμότητας, όπως αυτή της σπερματέγχυσης. Η σπερματέγχυση φαίνεται να έχει αντίκρυσμα κυρίως σε ζευγάρια που το πρόβλημα εντοπίζεται στον άντρα, οπότε και χρησιμοποιήται δότης σπέρματος ή στα ομόφυλα ζευγάρια που πάλι καταφέυγουν σε τράπεζα σπέρματος.

Ωστόσο, πολλές φορές γυναίκες που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδί με δότη, ή ομόφυλα ζευγάρια που χρησιμοποιούν σπέρμα δότη επιλέγουν τελικά την εξωσωματική προκειμένου να εκμεταλλευτούν τη δυνατότητα του προεμφυτευτικού ελέγχου. Ο προεμφυτευτικός έλεγχος είναι μια διαδικασία μέσω της οποίας αποκλείονται γενετικά κληρονομούμενες ασθένειες όπως αυτή της κυστικής ίνωσης, τη Hantington, ή η μυική δυστροφία. Πέρα από τις γενετικά κληρονομούμενες ασθένειες, πραγματοποιείται και έλεγχος για χρωμοσωμικές ανωμαλίες που προκαλούν σύνδρομα όπως το Down, ή άλλες τρισωμίες. Με αυτή τη μέθοδο ένα ζευγάρι μπορεί να διασφαλίσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την μελλοντική υγεία του παιδιού που πιθανών να φέρει στον κόσμο.

Η εξωσωματική γονιμοποιηση είναι το τρίτο συνήθως βήμα για ένα ζευγάρι που δεν έχει προσδιορισμένη αιτία υπογονιμότητας. Αρχικά συστήνεται ένα έτος ελεύθερης ερωτικής επαφής, έπειτα προχωρά η διαδικασία της σπερματέγχυσης και αν δεν υπάρχει επιτυχία ουτε σε αυτή την περίπτωση τότε ξεκινούν οι διαδικασίες εξωσωματικής. Σε πολλές περιπτώσεις ένα ζευγάρι που δεν έχει καταφέρει να εντοπίσει διαφορετικά τα αίτια της υπογονιμότητας παίρνει την απάντηση από το εργαστήριο που επιχειρεί την γονιμοποίηση. Αυτό το εύρημα μπορεί να είναι μεγάλης σημασίας καθώς αποτελεί οδηγό για την θεραπεία που ενδείκνυται για αυτή την περίπτωση.

Από την άλλη πλευρά, όσο και να έχει εξελχθεί η επιστήμη κανείς δεν μπορεί να διαβεβαιώσει ένα ζευγάρι ότι η διαδικασία της εξωσωματικής θα είναι επιτυχημένη. Δυστυχώς δεν έχει βρεθεί ακόμα κάποιο ειδικό φάρμακο που ισχυροποιεί τις πιθανότητες εμφύτευσης του ζυγωτού. Έτσι, υπάρχουν ζευγάρια που αναγκάζονται να προσπαθήσουν περισσότερες από μία φορές προκειμένου να αποκτήσουν παιδί, ενώ υπάρχουν και άλλα ζευγάρια που δυστυχώς δεν θα το επιτύχουν καθόλου. Όποιος αποφασίζει να ξεκινήσει διαδικασίες εξωσωματικής πρέπει να γνωρίζει ότι αυτό του το εγχείρημα φέρει και ένα σχετικό ποσοστό αποτυχίας για το οποίο πρέπει να είναι προετοιμασμένος.

Μια συχνή παρενέργεια από τα φάρμακα που λαμβάνονται για τους σκοπούς της εξωσωματικής είναι η υπερδιέγερση των ωοθηκών. Μια τέτοια κατάσταση δεν αποτελεί κίνδυνο για τη ζωή της γυναίκας, αλλά μπορεί να βάλει πρόωρο τέλος σε έναν κύκλο εξωσωματικής πριν καν ξεκινήσει. Φυσικά, αν κάποια γυναίκα έχει ενδείξεις ή ανάλογο ιστορικό μπορεί να δοκιμάσει τη διαδικασία της εξωσωματικής γονιμοποίησης σε φυσικό κύκλο. Αυτή η διαδικασία προϋποθέτει τη χρήση ελάχιστης ποσότητας φαρμακευτικής αγωγής, αλλά είναι αρκετά πιο χρονοβόρα καθώς κάθε μήνα λαμβάνεται ένα ή και κανένα ωάριο από τη γυναίκα.

Η πολύδυμη κύηση είναι άλλη μια πιθανή παρενέργεια. Για να αποφευχθεί μια τέτοια περίπτωση, οι γυναικολόγοι συνήθως προχωρούν στην εμφύτευση 2 ζυγωτών. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις που είτε λόγω της ηλικίας της γυναίκας, είτε λόγω του σχετικού ιστορικού, γίνεται εμφύτευση ως και 3 ζυγωτών. Αν εμφυτευτούν και γονιμοποιηθούν 3 ζυγωτά αυτόματα η κύηση υπάγεται στην κατηγορία της κυήσεως υψηλού κινδύνου και πρέπει να γίνει συμβούλιο από τους θεράποντες ιατρούς για την πορεία της εγκυμοσύνης. Αν συνηγορούν και άλλοι λόγοι που επιβαρύνουν μια πολύδυμη κύηση συνήθως, προτίνεται η μείωση σε δύδιμη ή σε μονήρη κύση. Αυτή η διαδικασία έχει χαμηλή επικινδυνότητα για την επιβίωση των υπόλοιπων εμβρύων, ωστόσο αποτελεί δύσκολη απόφαση για τους μελλοντικούς γονείς, καθως πολλες φορές αισθάνονται ότι επιλέγουν ποιο παιδί θα φέρουν στον κόσμο.

Κάποιοι γονείς που έχουν αποκτήσει ήδη παιδί μέσω της εξωσωματικής γονιμοποίησης έχουν προβληματισμούς σχετικά με το τι θα κάνουν με ωάρια, σπερματοζωάρια ή ζυγωτά που είχαν καταψύξει για μελλοντική χρήση. Αν ένα ζευγάρι δεν επιθυμεί να αποκτήσει αλλό παιδί πρέπει ή να επιτρέψει τη δωρεά του ζυγωτού ή να διατάξει την καταστροφή του. Εδώ εμπλέκονται ηθικά και θρησκετικά κολλήματα τα οποία θα ήταν καλό να έχει εξετάσει κανείς πριν ξεκινήσει έναν κύκλο εξωσωματικής.

Όσο και να έχει μειωθεί το κόστος της εξωσωματικής γονιμοποίησης δεν παύει να αποτελεί μια διαδικασία που απαιτεί ένα σχετικά μεγάλο ποσό. Δυστυχώς δεν καλύπτονται όλα τα φάρμακα από το δημόσιο ταμείο και κάποιες φορές η συμμετοχή που καλείται να πληρώσει κανείς είναι αρκετά μεγάλη. Υπάρχει πάντα η επιλογή ενός δημόσιου νοσοκομείου για μια εξωσωματική ωστόσο και εκεί υπάρχει ένα σχετικό κόστος.

Είτε μια εξωσωματική οδηγήσει σε θετικό, είτε σε αρνητικό αποτέλεσμα υπάρχει ψυχολογικό βάρος το οποίο καλούνται να πληρώσουν οι εμπλεκόμενοι. Οι μελέτες έχουν δείξει ότι τα επίπεδα του άγχους κορυφώνονται ανάμεσα στην εμβρυομεταφορά και στην πρώτη αιματολογική εξέταση χοριακής. Τις περισσότερες φορές όμως, από τη στιγμή που ένα ζευγάρι αποφασίζει να προχωρήσει σε εξωσωματική μέχρι και τον τοκετό τα επίπεδα άγχους είναι διαφορόποιημένα με το φυσιολογικό. Στις χώρες του εξωτερικού είναι σύνηθες όσοι ακολουθούν μια θεραπεία εξωσωματικής γονιμοποίησης να συναντούν και έναν ψυχολόγο μια φορά την εβδομάδα ο οποίος τους βοηθά να αντιμετωπίσουν το άγχος και τους προβληματισμούς τους.